Μετά την υπογραφή της «τοξικής συμφωνίας» ΕΕ-Τουρκίας το 2016 έκαναν την εμφάνισή τους στην Ελλάδα τα πρώτα προσφυγικά camps, τα οποία δημιουργήθηκαν σε γεωγραφικά απομονωμένες βιομηχανικές και αγροτικές περιοχές. Στα συγκεκριμένα camps δραστηριοποιήθηκαν, σταδιακά, διεθνείς και τοπικοί ανθρωπιστικοί οργανισμοί και ΜΚΟ, εντός των οποίων απασχολήθηκαν εργαζόμενοι διαφόρων ειδικοτήτων. Έχοντας εργαστεί για σχεδόν επτά έτη ως εκπαιδευτικός για παιδιά πρόσφυγες σε διάφορα camps στην Ελλάδα, με την παρούσα εργασία αφηγούμαι τη δική μου εμπειρία, διερευνώντας πως το συγκεκριμένο ιδεολογικό και χωρικό πλαίσιο διαμορφώνει τον τρόπο υποκειμενοποίησης και δράσης των εργαζομένων. Μέσα από τις θεωρητικές έννοιες του ανθρωπισμού, της γραφειοκρατίας και των μελετών του camp (camp studies), αναγνωρίζω τα προσφυγικά camps ως μετά-αποικιακές οντότητες εντός των οποίων συναντάται η ανθρωπιστική διακυβέρνηση και η γραφειοκρατική διαχείριση. Πιο συγκεκριμένα, χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της αυτό-εθνογραφίας, αναδεικνύω τους τρόπους με τους οποίους ένα τέτοιο πλαίσιο δεν παράγει μόνο μια συγκεκριμένη μορφή «αλληλεγγύης», αλλά ματαίωση και «αδιαφορία», μετατρέποντας τους εργαζόμενους σε συνένοχους πολιτικών αποκλεισμού και περιθωριοποίησης. Αφηγούμαι, ωστόσο, τη δική μου εμπειρία, με σκοπό να μπορέσουμε να οραματιστούμε συλλογικούς τρόπους αντίστασης και εναλλακτικές σε ένα πολιτισμό που είναι σε παρακμή και έχει φτάσει στα όριά του. Ουσιαστικά, οι γραμμές που ακολουθούν δεν είναι παρά μια προσπάθεια – σίγουρα απεγνωσμένη – να ανάψει μια ελπίδα και να τελειώνουμε με ένα σύστημα που μας κάνει αδιάφορους και κυνικούς.
(EL)
After the signing of the 'toxic agreement' between the EU and Turkey in 2016, the first refugee camps appeared in Greece, which were placed in various geographically isolated industrial and rural areas. International and local humanitarian organizations and NGOs gradually became active in these camps, employing workers of various specialties. Having worked for almost seven years as an educator for refugee children in various camps in Greece, in this study, I narrate my own experience, exploring how this specific ideological and spatial framework shapes the subjectivity and actions of the workers. Through the theoretical concepts of humanitarianism, bureaucracy, and camp studies, I recognize refugee camps as post-colonial entities within which humanitarian governance and bureaucratic management are encountered. More specifically, using the method of auto-ethnography, I highlight the ways in which such a framework not only produces a particular form of 'solidarity' but also frustration and 'indifference', transforming the workers into accomplices of policies of exclusion and marginalization. However, I narrate my own experience with the aim of envisioning collective ways of resistance and alternatives in a culture that is in decline and has reached its limits. Essentially, the lines that follow are nothing but an attempt – certainly desperate – to kindle a hope and put an end to a system that makes us indifferent and cynical.
(EN)