Η απώλεια του φατνιακού οστού περιμετρικά των εμφυτευμάτων είναι ένας προγνωστικός δείκτης της περιεμφυτευματίτιδας. Όμως, αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει το μοναδικό κριτήριο της πρόγνωσης και της εξέλιξής της. Για τον λόγο αυτόν, ο στόχος μας θα πρέπει να είναι η έγκαιρη διάγνωση και η εξάλειψη ή η μείωση της οστικής αυτής απώλειας τόσο στα αρχικά στάδια της ενσωμάτωσης των εμφυτευμάτων όσο και στην μετέπειτα παρουσία τους στη στοματική κοιλότητα.
Η μέθοδος προσδιορισμού και ελέγχου των επιπέδων του περιεμφυτευματικού οστού που χρησιμοποιείται ως μέθοδος ρουτίνας είναι η οπισθοφατνιακή ακτινογραφία (ΟΑ/PA- Periapical X-ray). Στην σημερινή διαγνωστική πρακτική η χρήση της οδοντιατρικής υπολογιστικής τομογραφίας (ΟΥΤ/CBCT-Cone Beam CT) στην εμφυτευματολογία είναι ένα πολύ σημαντικό και χρήσιμο εργαλείο, καθώς μας παρέχει ακτινογραφική εικόνα σε τρεις διαστάσεις και σαν αποτέλεσμα αναντικατάστατες πληροφορίες για τον προεγχειρητικό σχεδιασμό τόσο της τοποθέτησης των εμφυτευμάτων όσο και για της θεραπευτικής αντιμετώπισης μετεγχειρητικών επιπλοκών καθώς και της περιεμφυτευματίτιδας. Όμως, μελέτες έχουν δείξει ότι η ακτινογραφική εξέταση/ αξιολόγηση των εμφυτευμάτων με τη χρήση της ΟΥΤ μπορεί να υποεκτιμά την περιεμφυτευματική απώλεια καθώς επηρεάζεται από παράγοντες όπως: η ανάλυση της εικόνας, ο ακτινογραφικός θόρυβος, τα τεχνικά σφάλματα ή ακόμα και από την παρουσία μαλακών ιστών. Μελέτες, έδειξαν πως, τόσο η ΟΥΤ όσο και η ΟΑ έχουν ανάλογη διαγνωστική ικανότητα και κλινική αξία, επηρεάζονται όμως σαφώς από την μορφολογία της οστικής βλάβης και την ποιότητα της εικόνας.
Σκοπός αυτής της in vitro μελέτης είναι: την διερεύνηση της δυνατότητας χωρικού προσδιορισμού των προκλητών οστικών περιεμφυτευματικών βλαβών με τη χρήση ΟΥΤ και ΟΑ, την σύγκριση της ακτινογραφικής απεικόνισης μεταξύ των δύο μεθόδων, τον προσδιορισμό της ευαισθησίας και της ειδικότητας ανίχνευσης των ανωτέρω βλαβών με όρους προεπιλεγμένων μεθόδων απεικόνισης από σειρά ανεξάρτητων εξεταστών, την σύγκριση των εξεταστών ως προς την ικανότητά τους να ανιχνεύσουν τις ανωτέρω βλάβες ανάλογα με την εμπειρία και την εκπαίδευσή τους, και την σύγκριση δύο διαφορετικών ακτινογραφικών μηχανημάτων ΟΥΤ, με διαφορετικές παραμέτρους ακτινοβόλησης (kVp και FOV).
Για την μελέτη αυτή χρησιμοποιήθηκαν δύο (2) αποξηραμένες ανθρώπινες κάτω γνάθοι, στις οποίες τοποθετήθηκαν οδοντικά εμφυτεύματα γύρω από τα οποία σχηματιστήκαν με εγλυφίδες οστικές βλάβες. Κατόπιν, πραγματοποιήθηκε ακτινογραφική εξέταση με ΟΥΤ και ΟΑ. Μετά την επεξεργασία των ακτινογραφικών εικόνων, ζητήθηκε από εννέα (9) διαφορετικούς εξεταστές, οι οποίοι ανήκαν σε τρία διαφορετικά επίπεδα εκπαίδευσης και οδοντιατρικών ειδικοτήτων, να απαντήσουν σε ένα ερωτηματολόγιο ανίχνευσης περιεμφυτευματικών οστικών βλαβών.
Αποτελέσματα Στη μελέτη αυτή εξετάστηκαν 193 εικόνες επεξεργασμένων ακτινογραφιών. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως ανάλογα με το ακτινογραφικό μηχάνημα το οποίο χρησιμοποιήθηκε οι ακτινολόγοι κατά μέσο όρο εντόπισαν ύπαρξη οστικής βλάβης σε ποσοστό 45,8% (NEWTOM), 51,4% (NEWTOM σε Hi-Res), 48% (PROMAX) και 34,7% (ΟΑ) αντίστοιχα. Οι Χ/Ο εμφυτευμάτων κατά μέσο όρο εντόπισαν ύπαρξη οστικής βλάβης σε ποσοστό 48,1% (NEWTOM), 54,8% (NEWTOM σε Hi-Res), 45,2% (PROMAX) και 34,7% (ΟΑ) αντίστοιχα. Οι οδοντίατροι κατά μέσο όρο εντόπισαν ύπαρξη οστικής βλάβης σε ποσοστό 74,2% (NEWTOM), 77,3% NEWTOM σε Hi-Res), 77,1% (PROMAX) και 28,6% (ΟΑ).
Ανάλογα με την ακτινογραφική μέθοδο, στην ΟΥΤ προκύπτει στατιστικά σημαντική διαφορά του ποσοστού που αναφέρουν οι ακτινολόγοι και οι Χ/Ο εμφυτευμάτων σε σύγκριση με τους οδοντιάτρους σε διάφορους τύπους οστικών βλαβών ενώ μεταξύ ακτινολόγων και Χ/Ο εμφυτευμάτων μόνο στην ύπαρξη οστικής βλάβης. Όσον αφορά την μέθοδο με ΟΑ, προκύπτει στατιστικά σημαντική διαφορά του ποσοστού που αναφέρουν οι ακτινολόγοι σε σύγκριση με τους οδοντιάτρους, καθώς και οι ακτινολόγοι σε σύγκριση με τους Χ/Ο εμφυτευμάτων στην ύπαρξη οστικού παραθύρου 1 χιλ παρειακά.
Όταν λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των βλαβών, ανεξάρτητα από ακτινογραφική μέθοδο, προκύπτει στατιστικά σημαντική διαφορά του ποσοστού που αναφέρουν οι ακτινολόγοι και οι Χ/Ο εμφυτευμάτων σε σύγκριση με τους οδοντιάτρους σε διάφορους τύπους οστικών βλαβών, ενώ δεν προέκυψε στατιστικά σημαντική διαφορά στο ποσοστό συμφωνίας μεταξύ ακτινολόγων και Χ/Ο εμφυτευμάτων.
Όσο αφορά στη σύγκριση των ποσοστών εντόπισης βλάβης μεταξύ των μεθόδων ΟΥΤ και ΟΑ στις επιμέρους κατηγορίες των εξεταστών, προκύπτει στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των κατηγοριών των εξεταστών σε διάφορους τύπους οστικών βλαβών.
Τέλος, τα αποτελέσματα εμφανίζουν τις δύο μεθόδους να έχουν υψηλή ειδικότητα (> 94%) που σημαίνει ότι αποφεύγονται τα ψευδώς θετικά αποτελέσματα, ενώ ως προς την ευαισθησία (αποφυγή ψευδών αρνητικών αποτελεσμάτων) φαίνεται να είναι υψηλότερη στη μέθοδο ΟΥΤ σε σύγκριση με την ΟΑ.
Συμπεράσματα. Με βάση τα αποτελέσματα της μελέτης και παρά τους περιορισμούς της, μπορούν να εξαχθούν τα παρακάτω συμπεράσματα: η οπισθοφατνιακή ακτινογραφία έχει μεγάλη ειδικότητα ως προς την ανίχνευση περιεμφυτευματικής βλάβης αλλά μικρή ευαισθησία να ανιχνεύσει τις αληθείς αρνητικές εικόνες και τις παρειακές βλάβες λόγω της δυσδιάστατης εικόνας. Η ΟΥΤ εμφανίζει μεγάλη ειδικότητα και ευαισθησία στην ανίχνευση βλαβών δίνοντας στη μέθοδο αυτή μεγάλη διαγνωστική αξία. Το γνωστικό επίπεδο και η εμπειρία των εξεταστών παίζει σημαντικό ρόλο στην ανίχνευση των βλαβών. Η παρουσία μεταλλικών αποκαταστάσεων επηρεάζει τη διαγνωστική αξία της εξέτασης, όπως και η ανάλυση της ακτινικής δέσμης. Οι εικόνες που προέκυψαν από το ακτινογραφικό μηχάνημα με υψηλή ανάλυση και μεγαλύτερο KVp είχαν μεγαλύτερη διαγνωστική αξία
(EL)
Loss of the alveolar bone around dental implants is a prognostic indicator of peri-implantitis. However, this cannot be the only criterion for its prognosis and evolution of the disease. For this reason, our goal should be focused upon the early diagnosis and elimination or reduction of bone loss both in the early stages of implant osseointegration and in their subsequent presence in the oral cavity. The method of determination and control of peri-implant bone levels used as a routine method is the periapical X-ray radiograph (PA X-ray). Nowadays, the diagnostic practice, also implements the use of Cone Beam Computed Tomography (CBCT-) in implantology as an very important and useful tool, providing us a 3D radiographic display resulting in an irreplaceable information for the preoperative planning of both the placement of implants and for the therapeutic approach/treatment of any unpredictable postoperative complications as well as for peri-implantitis. However, studies have shown that radiographic examination/evaluation of implants using CBCT can underestimate peri-implant bone loss as it is influenced by factors such as: image analysis, radiographic noise, technical errors or even the presence of soft tissues. Studies have also shown that both CBCT and PA have similar diagnostic ability and clinical value, but both are clearly influenced by the morphology of bone damage and image quality.
This in vitro study aims to: a) investigate the possibility of spatial determination of induced peri-implant bone lesions using CBCT and PA, b) compare the radiographic imaging quality among two methods, c) determine the sensitivity and specificity of the detection ability of the above lesions in terms of the default imaging methods by a series of independent examiners, d) within examiners agreement - in terms of their ability to detect the above lesions - in accordance with their experience and training, and e) the comparison of two different CBCT units, using different exposure parameters (kVp and FOV).
For this study, two dried human mandibles were used, in which dental implants were placed and “bone lesions” were created peripherally using diamond burs. Then, an X-ray examination was performed using CBCT and PA. After processing, the radiographic images were submitted to nine (9) different examiners, whose education varied in terms of dentoalveolar imaging skills (three from each predefined level of expertise), were asked to answer a questionnaire regarding the detectability of peri-implant bone lesions.
Results. The results, based on the 193 processed X-rays images examined, showed that:
a) Depending on the X-ray machine used, dental radiologists, on average detected bone lesions at a rate of 45.8% (NEWTOM), 51.4% (NEWTOM in Hi-Res), 48% (PROMAX) and 34.7% (OA) respectively. Implantologists, on average, detected bone lesions at a rate of 48.1% (NEWTOM), 54.8% (NEWTOM in Hi-Res), 45.2% (PROMAX) and 34.7% (OA) respectively. Dentists, on average detected bone lesions in 74.2% (NEWTOM), 77.3% NEWTOM in Hi-Res), 77.1% (PROMAX) and 28.6% (OA) respectively.
b) Depending on the radiographic method used; as for CBCT images, there is a statistically significant difference in reported percentage of dental radiologists and implantologists compared to dentists in various types of bone lesions defects, while between dental radiologists and implantologists only in the existence of bone lesions alone.
c) Regarding the PA method, there is a statistically significant difference in the percentage reported by dental radiologists compared to dentists, as well as dental radiologists compared to implantologists in the presence of a 1 mm buccally located bone window.
Considering all lesions, regardless of radiographic method used, there is a statistically significant difference in the percentage reported by dental radiologists and implantologists compared to dentists in various types of bone lesions defects, while there was no statistically significant difference in the percentage of agreement between dental radiologists and implantologists. On compering lesions’ detection rates between CBCT and PA methods, in the individual categories of examiners, there is a statistically significant difference between these categories in different types of bone lesions.
Finally, the results showed that the two methods (PA and CBCT) have a high specificity (> 94%) which means that false positive results are avoided, while in terms of sensitivity (avoidance of false negative results) it seems to be higher in the CBCT method compared to PA.
Conclusions. Based on the results of this study and despite its limitations, the following conclusions can be drawn PA has a high specificity in detecting peri-implant lesions but little ability to detect true negative images and buccal lesions due to its two-dimensional limitation. On the other hand, CBCT shows great specificity and sensitivity in detecting faults, giving this method great diagnostic value. It’s worth noting that the educational level and experience of the examiners plays an important role in the detection of lesions. The presence of metal restorations affects the diagnostic value of the examination, as does the resolution of the radial beam. The images obtained from the X-ray machine with high resolution and greater KVp had greater diagnostic value.
(EN)