Ο Μεσοπόλεμος είναι μία δύσκολη περίοδος για την Ελλάδα. Η χώρα είναι αποδυναμωμένη επειδή βρίσκεται σε κατάσταση πολέμου από το 1912 έως το 1922 και οι πρόσφυγες καταφτάνουν φέρνοντας μαζί τους αρρώστιες, μιζέρια και δυστυχία. Με την κινητοποίηση του στρατού, επιδημίες ξεσπούν, γεγονός που αυξάνει το ποσοστό θνησιμότητας στη χώρα. Η χώρα αντιμετωπίζει οικονομική, πολιτική και υγειονομική κρίση. Ο πληθυσμός υποφέρει σε μία χώρα της οποίας το υγειονομικό σύστημα δεν είναι ενιαίο. Το 1920, το Ελληνικό Ινστιτούτο Παστέρ, ένας θεσμός συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών, ιδρύεται, γεγονός το οποίο φέρει ελπίδα στους κατοίκους. Για την Ελλάδα, είναι ο μόνος οργανισμός ο οποίος ετοιμάζει βιολογικά-θεραπευτικά προϊόντα, διεξάγει έρευνες και κάνει αναλύσεις ταυτόχρονα. Για το Ινστιτούτο Παστέρ του Παρισιού, είναι η ευκαιρία να διαδώσει τις γνώσεις του Λουί Παστέρ. Ωστόσο, το 1929, ένας αντίπαλος κάνει την εμφάνισή του: η Υγειονομική Σχολή Αθηνών. Πλέον τα συμφέροντα του Ινστιτούτου απειλούνται, γεγονός το οποίο οδηγεί στην επικύρωση δύο συμβάσεων, μία μεταξύ του Υπουργείου Υγιεινής και του Ινστιτούτου, το 1930 και μία ακόμη με το Ινστιτούτο Παστέρ του Παρισιού και την ελληνική κυβέρνηση το 1934. Από τότε μία νέα περίοδος ξεκινάει για το Ινστιτούτο, επειδή το Ινστιτούτο Παστέρ του Παρισιού του έδωσε το μονοπώλιο του εμβολίου κατά της φυματίωσης B.C.G.. Ο θεσμός καταπολεμά την φυματίωση, μία σοβαρή ασθένεια και πιθανόν θανάσιμη εκείνη την εποχή, προσφέροντας μία μαζική παραγωγή αυτού του εμβολίου. Την περίοδο του Β’ΠΠ και της Κατοχής, το Ινστιτούτο παρέμεινε ανοιχτό. Η προτεραιότητά του είναι ο εμβολιασμός, για να προστατευθεί ο πληθυσμός και ο στρατός. Παρόλες τις δυσκολίες, το Ινστιτούτο συνεχίζει να λειτουργεί και το προσωπικό του κάνει τα πάντα για να μην ξεσπάσουν επιδημίες. Με αυτόν τον τρόπο, το Ινστιτούτο συνέβαλε στην βελτίωση του υγειονομικού επιπέδου της χώρας, σε μία δύσκολη περίοδο.
(EL)
L’entre-deux-guerres est une période difficile pour la Grèce. Le pays est affaibli car il se trouve dans un état de guerre de 1912 à 1922 et les réfugiés arrivent en portant avec eux des maladies, de la misère et de la tristesse. Avec la mobilisation des armées, des épidémies éclatent, ce qui fait augmenter le taux de mortalité. La Grèce affronte une crise économique, politique et sanitaire. La population souffre dans un pays dont le système sanitaire n’est pas cohérent. En 1920, l’Institut Pasteur Hellénique, résultat de coopération entre les deux pays, est fondé, ce qui apporte de l’espoir à la population. Pour la Grèce, c’est le seul organisme qui prépare des produits biologiques-thérapeutiques, mène des recherches et fait des analyses en même temps. D’autre part, pour l’Institut Pasteur de Paris, c’est l’occasion de répandre ses connaissances pasteuriennes. Pourtant, en 1929, un adversaire fait son apparition : l’École d’Hygiène. Les intérêts de l’Institut sont menacés, ce qui conduit à la ratification de deux conventions, l’une entre le ministère de l’Hygiène et l’Institut en 1930 et l’autre entre l’Institut Pasteur de Paris et le gouvernement grec en 1934. Dès lors, une nouvelle période pour l’Institut commence car l’Institut Pasteur de Paris lui accorde le monopole du vaccin antituberculeux B.C.G. L’établissement lutte contre la tuberculose, une maladie grave, potentiellement mortelle de l’époque, en offrant une production massive de ce vaccin. Pendant la Seconde Guerre mondiale et l’Occupation, l’Institut reste ouvert. Sa priorité est la vaccination pour que le public et l’armée soient protégés. Malgré les difficultés, l’Institut continue à fonctionner et son personnel fait tout afin que des épidémies n’éclatent pas. Il est parvenu ainsi à renforcer le niveau sanitaire du pays, dans une période pénible.
(EN)